του Γρ. Σουλτάνη
Πριν καν ξεκινήσει η διαπραγμάτευση για το χρέος, είχε ήδη φορτιστεί με πολλαπλά νοήματα και συμβολισμούς κι από τις δύο πλευρές.
Η αντιπαράθεση δημοκρατίας και μετα-δημοκρατίας, Δεξιάς και Αριστεράς, νεοφιλελευθερισμού και σοσιαλισμού, έθνους - κράτους και υπερεθνικότητας, αγορών και ευρωπαϊκών λαών, Ανατολής και Δύσης, Ελλάδας και Γερμανίας, πατριωτισμού και ραγιαδισμού, αποτελούν όψεις των αντιθέσεων που καθιστούν τη σύγκρουση για το χρέος, κατά κύριο λόγο, συμβολική.
Αποτέλεσμα είναι η ολοσχερής αποσύνδεση της διαπραγμάτευσης για το χρέος από την οικονομική σφαίρα -παρά τα φαινόμενα- και ταυτόχρονα η διεθνοποίηση του ζητήματος.
Με την πρώτη ματιά, ένας συμβιβασμός είναι σχεδόν αδύνατος. Εντούτοις, ο παράγοντας που θα καθορίσει την έκβαση της σύγκρουσης είναι κατεξοχήν ο γεωπολιτικός.
Για την ακρίβεια, η κινητικότητα που παρατηρείται στην πλανητική σκακιέρα από τους μεγάλους γεωπολιτικούς παίκτες, οδηγεί στον επαναπροσδιορισμό, μέρα με τη μέρα, του...
ειδικού γεωπολιτικού βάρους της Ελλάδας, καθιστώντας την σημαντικό παράγοντα στην τεταμένη ισορροπία του δυτικού μπλοκ με την Ευρασία.
ειδικού γεωπολιτικού βάρους της Ελλάδας, καθιστώντας την σημαντικό παράγοντα στην τεταμένη ισορροπία του δυτικού μπλοκ με την Ευρασία.
Η δυσκολία του συμβιβασμού, σχετίζεται με το γεγονός ότι το χρέος αποτελεί ταυτόχρονα, όπλο καπιταλιστικής και γεωπολιτικής κυριαρχίας: το πρόγραμμα της κυβέρνησης που αντικατοπτρίζει τη βούληση του ελληνικού λαού έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη προαποφασισμένη καπιταλιστική αναδιάρθρωση της Ευρώπης, η επικύρωση της οποίας έγινε με τη συνθήκη «Ευρώπη 2020»· επιπλέον, η απόρριψη του ρόλου της Ελλάδας ως γερμανικού προτεκτοράτου -κάτι που υπηρέτησαν οι γερμανόδουλες μνημονιακές κυβερνήσεις- θέτει σε αμφισβήτηση τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη, αλλά και ακυρώνει τη γερμανική αφήγηση της επιβεβλημένης λιτότητας, στην οποία στηρίχτηκε η γερμανική προπαγάνδα για τη νομιμοποίηση της κυριαρχίας της.
Επί της ουσίας, η βούληση του ελληνικού λαού δημιουργεί τεράστιο πρόσκομμα στο νέο γεωπολιτικό δόγμα της Γερμανίας, αλλά και των ΗΠΑ.
Για τη Γερμανία, η Ελλάδα αποτελεί πια μέρος του ζωτικού της χώρου στην αντιπαράθεσή της με τη Ρωσία, όπως με ανάλογο τρόπο και η ίδια η ΕΕ για τις ΗΠΑ.
Μια υποχώρηση της Γερμανίας θα σήμαινε όχι μόνο την απώλεια κύρους της γερμανικής ολιγαρχίας που ηγείται του υπερεθνικού ευρωπαϊκού κεφαλαίου, αλλά και αποδυνάμωση του γεωπολιτικού σχεδιασμού στα πλαίσια του νέου ψυχρού πολέμου που εγκαινίασαν οι ΗΠΑ.
Συνεπώς, η γερμανική ελίτ έχει δύο επιλογές: ή να οδηγήσει την ελληνική οικονομία σε κατάρρευση, με τη δημιουργία κλίματος τρόμου και αστάθειας, με σκοπό την ανατροπή της κυβέρνησης ή να εξαναγκάσει σε έξοδο από τη ζώνη του ευρώ· επιλογές που θα έχουν ανυπολόγιστο κόστος για την ίδια. Παράλληλα, και οι δύο επιλογές προσκρούουν στις προθέσεις των αμερικανών που προτιμούν μια συμβιβαστική λύση, καθώς η όποια αστάθεια στον άξονα των Βαλκανίων, θέτει σε κίνδυνο τους αμερικανικούς γεωπολιτικούς σχεδιασμούς.
Πάντως, η έως τώρα εκτύλιξη της ελληνικής στρατηγικής-ένας συνδυασμός από συντονισμένες πολιτικές και διπλωματικές τακτικές-πέτυχε να προκαλέσει τον εκνευρισμό και την έλλειψη ψυχραιμίας του Βερολίνου· ένας εκνευρισμός που έχει ως συνέπεια την απώλεια του συμβολικού κύρους που υποτίθεται ότι κατέχει. Σε αυτό το κλίμα εκνευρισμού εντάσσονται τα τελεσίγραφα υποταγής, όσο και η απόφαση της ΕΚΤ ότι δεν θα δέχεται ως ενέχυρο ελληνικά ομόλογα.
Είναι φανερό από δηλώσεις γερμανών αξιωματούχων, ότι αυτό που κατά κύριο λόγο ενόχλησε την γερμανική πλευρά, είναι η βούληση της ελληνικής κυβέρνησης να ασκήσει εθνική εξωτερική πολιτική, αντιδρώντας στο αποικιακό status που παγίωσαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, γεγονός που αντιβαίνει στις γεωπολιτικές βλέψεις και στην γεωοικονομική στρατηγική της Γερμανίας.
Η παρέμβαση του έλληνα ΥΠΕΞ στο έκτακτο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, αλλά και οι συναντήσεις του έλληνα πρωθυπουργού με τους πρέσβεις της Ρωσίας και της Κίνας, αμέσως μετά την εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησαν την γερμανική πλευρά στην εκτίμηση ότι μέσα στην ΕΕ κάνει την εμφάνισή του ένας «δούρειος ίππος» της Ρωσίας, με αποκορύφωμα τις απειλές της γερμανίδας Υπουργού άμυνας, ότι «η Ελλάδα ρισκάρει τη θέση της στο ΝΑΤΟ, με την προσέγγισή της προς τη Ρωσία».
Επιπλέον, ανησυχία προκάλεσαν οι κινήσεις του Υπουργού άμυνας, που έστειλαν το μήνυμα ότι η ελληνική πλευρά θα προχωρήσει σε επαναπροσδιορισμό των αμυντικών και εξοπλιστικών της σχεδίων, ερήμην των έως τώρα κηδεμόνων της.
Αντίστοιχη ανησυχία προκλήθηκε στις ΗΠΑ, για τις οποίες η ΕΕ αποτελεί αναγκαίο ανάχωμα προς ανατολάς , παρά το γεγονός ότι ταυτόχρονα επιδιώκουν την αποδυνάμωσή της.
Οι ανησυχίες εντείνονται από το γεγονός ότι από την 1η Ιανουαρίου ξεκίνησε η λειτουργία της Ευρασιατικής Ένωσης η οποία πολύ σύντομα θα περάσει στην ίδρυση του δικού της ΔΝΤ, ενώ, τα μέλη του Οργανισμού Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (ΟΣΣΑ) συνεδριάζοντας πρόσφατα στη Μόσχα, επικύρωσαν τη σύσταση κοινής στρατιωτικής δύναμης ταχείας επέμβασης στα πρότυπα του ΝΑΤΟ.
Έτσι, δηλώσεις στελεχών της κυβέρνησης που σχετίζονται με τη θέση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, αλλά και ρώσων αξιωματούχων, ότι προτίθενται να εξετάσουν θετικά όποιο αίτημα της ελληνικής πλευράς για οικονομική βοήθεια, στα πλαίσια της επανασύσφιξης των ρωσο-ελληνικών σχέσεων, ανησυχούν βαθύτατα το δυτικό στρατόπεδο.
Παρά το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση, με τους χειρισμούς της, προσέδωσε παγκόσμια διάσταση στο ελληνικό ζήτημα, απογύμνωσε την ευρωπαϊκή ελίτ από κάθε δημοκρατική νομιμοποίηση, ενεργοποίησε την αξιοπρέπεια και τον πατριωτισμό στο εσωτερικό, και κυρίως ανέτρεψε το νεοφιλελεύθερο δόγμα της ΤΙΝΑ (There Is No Alternative), αν δεν συντελεστεί μια παρέμβαση των αμερικανών, που θα εξαναγκάσει την Γερμανία σε οπισθοχώρηση, θα είναι ζήτημα ημερών ώστε η υπερεθνική ελίτ να επιδιώξει την ανατροπή της κυβέρνησης και την μεθόδευση της αντικατάστασής της με κυβέρνηση ανδρείκελων.
Γι αυτό, όχι μόνο το χαρτί του δημοψηφίσματος για το χρέος, πρέπει να είναι διαθέσιμο πάνω στο τραπέζι, αλλά και του δημοψηφίσματος που αφορά την αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ.
Με δεδομένο ότι στη παρούσα συγκυρία, το αίτημα για τη διαγραφή του χρέους έχει εκλάβει σχεδόν εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα, γεγονός που εντείνει η ηγεμονική και αδιάλλακτη στάση των γερμανών -που παραπέμπει στο άμεσο ιστορικό παρελθόν-, είναι βέβαιο, ότι ο ελεύθερος δημόσιος διάλογος για το εθνικό νόμισμα θα αναδείξει το γεγονός ότι η παραμονή στη ζώνη του ευρώ συνιστά «ταπεινωτική εθνική εκποίηση».
από το «Βαθύ Κόκκινο»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου